Ο Ραμίρεζ το 2007, 47 χρονών | |
Πραγματικό όνομα | Ricardo Leyva Muñoz Ramírez |
---|---|
Γέννηση | 29 Φεβρουαρίου 1960 Ελ Πάσο, Τέξας, Η.Π.Α |
Θάνατος | 7 Ιουνίου 2013 Νοσοκομείο "Marin General Hospital", Καλιφόρνια |
Αιτία θανάτου | Καρκίνος των λεμφαδένων (λέμφωμα β κυττάρων) |
Εθνικότητα | Αμερικανική |
Ψευδώνυμο(α) | "The Night Stalker" "The Walk-In Killer" "The Valley Intruder" |
Κατηγορία | Δολοφονίες, απόπειρες δολοφονιών, ληστείες, σεξουαλικές επιθέσεις |
Ποινή | Θανατική ποινή |
Εγκλεισμός | Κρατική φυλακή "Σαν Κουέντιν", Καλιφόρνια |
Σύζυγος | Doreen Lioy |
δεδομένα |
O Ρίτσαρντ Ραμίρεζ (Richard Ramirez) (29 Φεβρουαρίου 1960 - 7 Μαΐου 2013) ήταν διαβόητος Αμερικανός διαρρήκτης, βιαστής και κατά συρροήν δολοφόνος που έδρασε στην πολιτεία της Καλιφόρνια από τον Ιούνιο του 1984 ως τον Αύγουστο του 1985. Συνελήφθη από τις αστυνομικές αρχές στις 31 Αυγούστου του 1985, δικάστηκε για 13 δολοφονίες [1], 5 απόπειρες δολοφονιών, 11 βιασμούς και 14 διαρρήξεις. Καταδικάστηκε εις θάνατον στις 7 Νοεμβρίου του 1989. Ο Ραμίρεζ παρέμεινε μελλοθάνατος για πάνω από 23 χρόνια, πριν πεθάνει από καρκίνο των λεμφαδένων στις 7 Ιουνίου του 2013 στην κρατική φυλακή της Καλιφόρνια, Σαν Κουέντιν (San Quentin State Prison).
Ο Ραμίρεζ καταγόταν από οικογένεια εργατών Μεξικανών του Τέξας και από μικρός είχε ακραία και συχνά παραβατική συμπεριφορά. Στην εφηβεία άρχισε την χρήση ναρκωτικών και μάλιστα συνελήφθη δύο φορές για χρήση «μαλακών ναρκωτικών».
Στα 20 του χρόνια μετακομίζει στην Καλιφόρνια. Άστεγος και άνεργος, άρχισε τις κλοπές αυτοκινήτων για να εξασφαλίζει τα χρήματα για τα ναρκωτικά και σύντομα άρχισε να εισβάλει και σε σπίτια με σκοπό να κλέψει. Τους άντρες τους σκότωνε αμέσως ενώ τις γυναίκες αφού πρώτα τις κακοποιούσε και τις βίαζε. Τα δε παιδιά που τυχόν έβρισκε, είτε τα βίαζε είτε τα απήγαγε και μετά τα εγκατέλειπε. Η δράση του είχε θορυβήσει τόσο τις Αρχές όσο και τα Μ.Μ.Ε. τα οποία του έδωσαν το παρατσούκλι "Night Stalker". Ύστερα από την περιγραφή του από μια γυναίκα που κατάφερε να του ξεφύγει, η Αστυνομία έδωσε στις εφημερίδες την φωτογραφία και τα στοιχεία του, αφού ο Ραμίρεζ είχε ποινικό μητρώο. Έτσι, όταν τον αναγνώρισαν οι πελάτες μιας κάβας ποτών, τον κυνήγησαν, τον συνέλαβαν και τον παρέδωσαν στην Αστυνομία.[2]
Ο Ricardo Leyva Muñoz Ramírez, όπως είναι το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου του 1960, στο Ελ Πάσο του Τέξας, το τελευταίο από τα πέντε παιδιά της οικογένειας του Χούλιαν και της Μερσέντες Ραμίρεζ. Ο Χούλιαν Ραμίρεζ υπήρξε πρώην αστυνομικός της αστυνομίας της πόλης Χουάρες του Μεξικό, ενώ αργότερα δούλεψε σαν εργάτης σε βιομηχανία κατασκευής σιδηρογραμμών της Σάντα Φε, της πολιτείας του Νέου Μεξικό, ενώ η μητέρα του ήταν εργάτρια σε βιοτεχνία κατασκευής παπουτσιών.
Σε ηλικία δύο χρονών είχε ένα σοβαρό ατύχημα. Ένα βαρύ έπιπλο έπεσε στο κεφάλι του κάνοντας του μια μεγάλη πληγή, που χρειάστηκε 30 ράμματα για να κλείσει. Αλλά και στην ηλικία των πέντε χρονών χτύπησε και πάλι στο κεφάλι του, από μια κούνια της παιδικής χαράς, χτύπημα που τον άφησε αναίσθητο. Εξαιτίας αυτών των δυο χτυπημάτων υπέφερε από επεισόδια επιληπτικών κρίσεων που κράτησαν μέχρι τις αρχές της εφηβείας του, και ίσως προσθέτουν κάτι στην διαμόρφωση του μετέπειτα serial Killer, αφού οι επιστήμονες έχουν επισημάνει τη σχέση μεταξύ εγκεφαλικών τραυμάτων και ανάπτυξης ιδιαίτερα βίαιης συμπεριφοράς.[3] Ο πατέρας του ήταν ένας ιδιαίτερο αυταρχικός και βίαιος άντρας που κακοποιούσε συχνά τα παιδιά του, με αποτέλεσμα ο μικρός Ρίτσαρντ να απομακρυνθεί από το οικογενειακό περιβάλλον. Αναφέρεται ότι κοιμόταν συχνά στο νεκροταφείο της πόλης για να αποφύγει τον πατέρα του [4] και άρχισε να κάνει παρέα με τον μεγαλύτερο ξάδερφό του, Μάικ (Miguel Ramirez), από τον οποίο μυήθηκε σταδιακά στην βία. Ο ξάδερφός του, βετεράνος του πολέμου του Βιετνάμ, άρχισε να του μαθαίνει την χρήση πυροβόλων όπλων, μεθόδους πάλης και θανάτωσης, ενώ συχνά έβλεπαν μαζί φωτογραφίες βιασμένων και σκοτωμένων Βιετναμέζων γυναικών - θύματα του ίδιου του Μιγκέλ Ροντρίγκεζ, στη διάρκεια του πολέμου. Στις 4 Μαΐου του 1973, ο Ρίτσαρντ παρακολούθησε την εν ψυχρώ δολοφονία της Τζέσσι Ραμίρεζ, από τον σύζυγό της, Μιγκέλ, κατά τη διάρκεια ενός καβγά.[5]
Μετά την φυλάκιση του Μιγκέλ, ο Ρίτσαρντ πήγε να ζήσει μαζί με την αδερφή του Ρουθ. Εγκατέλειψε το σχολείο σε ηλικία 15 χρονών, και έπιασε δουλειά στο ξενοδοχείο Holiday Inn της πόλης, αλλά απολύθηκε ύστερα από την κατηγορία της απόπειρας βιασμού μιας πελάτισσας. Ο Ραμίρεζ δάρθηκε ανηλεώς από τον σύζυγος της πελάτισσας και η ιστορία τελείωσε εκεί.[4]
Εκείνα τα χρόνια, ο Ρίτσαρντ ενδιαφερόταν μόνο για τη μαριχουάνα, το Χέβι μέταλ και τις Πολεμικές τέχνες. Τότε ήταν που ανακάλυψε τον Σατανισμό. Ενδιαφέρθηκε για τη μαύρη μαγεία, τις σατανιστικές τελετές και ιεροτελεστίες, άρχισε να φοράει μόνο μαύρα και να κάνει τα ανάλογα τατουάζ.
Από την ηλικία των 15 χρονών και μετά, θα απασχολούσε συχνά τις αστυνομικές αρχές. Συνελήφθη για διαρρήξεις σπιτιών με σκοπό την ληστεία -με ποινή που την εξέτιε δουλεύοντας για την κοινότητα- μέχρι την ηλικία των 17 ετών, ενώ από το 1977, όταν συνελήφθη για κατοχή μαλακών ναρκωτικών φυλακίστηκε σε ίδρυμα ανηλίκων. Μετά από μερικούς μήνες συνελήφθη για επικίνδυνη οδήγηση, αλλά κατάφερε να γλιτώσει την φυλάκιση, ερχόμενος σε συμβιβασμό με την Αστυνομία: θα δούλευε εθελοντικά για την κοινότητα ενώ θα ήταν σε πρόγραμμα επιτήρησης για 3 χρόνια.
Όταν το 1980 έληξε η επιτήρηση, ο Ραμίρεζ έφυγε από το Ελ Πάσο οριστικά.[6]
Λίγα πράγματα είναι γνωστά για τα χρόνια που πέρασε ο Ραμίρεζ στην Καλιφόρνια, πριν αρχίσει την εγκληματική του δράση. Άστεγος και χωρίς δουλειά, συνήθως κοιμόταν σε εγκαταλελειμμένα σπίτια και αυτοκίνητα σε απόμερες γωνιές. Τρεφόταν με ότι έβρισκε, άρχισε να κάνει ενέσεις κοκαΐνης και έκλεβε σπίτια ή αυτοκίνητα προκειμένου να εξασφαλίζει τη δόση του. Μάλιστα, μία φορά συνελήφθη για την κλοπή ενός αυτοκινήτου.
Στις 28 Ιουνίου 1984 στην περιοχή "Glassell Park" του Λος Άντζελες, δολοφόνησε μέσα στο σπίτι της, μαχαιρώνοντας επανειλημμένα, την 79 χρονη Jennie Vincow.
Στις 17 Μαρτίου 1985 στο προάστιο "Rosemead" του Λος Άντζελες, πυροβόλησε με σκοπό να ληστέψει την 20χρονη Maria Hernandez την ώρα που έβγαινε από το αυτοκίνητό της. Η σφαίρα δεν την πέτυχε, αλλά η συγκάτοικός της, Dayle Okazaki 34 χρονών, που βγήκε από το σπίτι ακούγοντας τον πυροβολισμό, δολοφονήθηκε από τον Ραμίρεζ.
Την ίδια μέρα, λίγες ώρες αργότερα και με τον ίδιο τρόπο (τραβώντας την έξω από το αμάξι) για τον ίδιο λόγο (να την ληστέψει) πυροβόλησε και σκότωσε την 30χρονη Veronica Yu.
Στις 27 Μαρτίου 1985, μπήκε κρυφά τη νύχτα στο σπίτι των Maxine (44 χρονών) και Vincent Zazzara (64) στο προάστιο Whittier του Λος Άντζελες με σκοπό να τους ληστέψει. Πυροβόλησε και σκότωσε τον άντρα, ενώ μαχαίρωσε και ακρωτηρίασε την Maxine.
Στις 8 Μαΐου 1985 ο Ραμίρεζ εισέβαλλε στο σπίτι των Harold (66χρ) and Jean (63χρ) Wu. Πυροβόλησε τον 66χρονο στο κεφάλι και αφού ζήτησε και πήρε από την γυναίκα του κρυμμένα χρήματα και κοσμήματα, την βίασε και έφυγε. Ο Wu αν και βαριά τραυματισμένος, επέζησε.
Στις 14 Μαΐου 1985 μπήκε στο σπίτι των Bill (66 χρονών) και Lillian Doi (56), στο "Monterey Park" του Λος Άντζελες. Σκότωσε τον άντρα πυροβολώντας τον, ενώ έδεσε, ξυλοκόπησε και βίασε την γυναίκα.
Στις 29 Μαΐου 1985 εισέβαλλε στο σπίτι των αδερφών Mabel Bell (83 χρονών) και Florence Lang (81) στην Monrovia της ευρύτερης περιοχής του Λος Άντζελες με σκοπό να κλέψει. Χτύπησε μέχρι θανάτου με ένα σφυρί τις δυο αδερφές. Η Mabel πέθανε λίγες μέρες αργότερα.
Την επόμενη μέρα, 30 Μαΐου 1985 εισέβαλλε στο σπίτι της Ruth Wilson, 42 χρονών και την λήστεψε. Έφυγε αφήνοντας ζωντανούς την γυναίκα καθώς τον 11χρονο γιο της.
Στις 2 Ιουλίου 1985 στην πόλη Arcadia της ευρύτερης περιοχής του Λος Άντζελες, εισέβαλλε τη νύχτα στο σπίτι της 75χρονης Mary Louise Cannon με σκοπό τη ληστεία. Την μαχαίρωσε επανειλημμένα και έφυγε.
Στις 7 Ιουλίου 1985 μπήκε στο σπίτι της 61χρονης Joyce Lucille Nelson και πάλι στο Monterey Park και την έδειρε μέχρι θανάτου. Μερικές ώρες αργότερα εισέβαλλε στο σπίτι της 63χρονης Sophie Dickman κατοίκου της ίδιας γειτονιάς. Αφού έκλεψε τα κοσμήματά της, έφυγε αφήνοντάς την ζωντανή.
Στις 20 Ιουλίου 1985 εφοδιασμένος πλέον και με ένα μαχαίρι ματσέτα μπήκε τη νύχτα στο σπίτι των Maxson (68 χρονών) και Lela (66) Kneiling στην πόλη Glendale. Αφού τους μαχαίρωσε στο κρεβάτι τους την ώρα που κοιμόντουσαν, τους πυροβόλησε, ακρωτηρίασε τα πτώματα με την ματσέτα και παίρνοντας ότι πολύτιμο υπήρχε στο σπίτι έφυγε.
Προς τα ξημερώματα της ίδιας νύχτας, εισέβαλλε και πάλι στο σπίτι της οικογένειας Khovananth στην συνοικία Sun Valley. Σκότωσε ακαριαία πυροβολώντας τον άντρα της οικογένειας, έδειρε και βίασε τη γυναίκα απαιτώντας να του δώσει χρήματα. Η λεία του ήταν 30.000 δολάρια.
Στις 5 Αυγούστου 1985 μπήκε στο σπίτι του Chris και της Virginia Peterson στη συνοικία Northridge του Λος Άντζελες. Πυροβόλησε το ζευγάρι αλλά δεν τους πέτυχε, αφού ο νεαρός Chris κατάφερε να αντεπιτεθεί και να τον τρέψει σε φυγή.
Στις 8 Αυγούστου 1985 μπήκε στο σπίτι της Sakina (27 χρονών) και του Elyas (31) Abowath. Σκότωσε τον άντρα και αφού έδειρε και βίασε τη γυναίκα, τους λήστεψε.
Με την Αστυνομία να έχει εξαπολύσει ανθρωποκυνηγητό και τον κλοιό να σφίγγει γύρω του, ο Ραμίρεζ εγκατέλειψε το Λος Άντζελες για να συνεχίσει τη δράση του στο Σαν Φρανσίσκο.
Στις 18 Αυγούστου 1985 εισέβαλλε στο σπίτι των Peter και Barbara Pan. Επανέλαβε το γνωστό μοτίβο του. Σκότωσε τον άντρα, βίασε την γυναίκα και την πυροβόλησε. Με το κραγιόν της 66χρονης ζωγράφισε μια πεντάλφα και υπέγραψε ως "Jack the Knife", τίτλος που προέρχεται από το τραγούδι "The Ripper" του χέβι μέταλ συγκροτήματος Judas Priest.
Οι έρευνες της Αστυνομίας του Σαν Φρανσίσκο και τα αποτελέσματα των βαλλιστικών εκθέσεων, συσχέτισαν αμέσως τον δράστη με τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν τους προηγούμενους μήνες στο Λος Άντζελες. Δόθηκε μια συνέντευξη Τύπου από την δήμαρχο της πόλης, όπου πληροφορούσε το κοινό για το προφίλ του καταζητούμενου. Ο Ραμίρεζ βλέποντας τη συνέντευξη Τύπου, έφυγε από το Σαν Φρανσίσκο και ξαναγύρισε στα γνωστά του εδάφη. Ωστόσο, πλέον, ο χρόνος του είναι μετρημένος.
Στις 24 Αυγούστου 1985, χτύπησε και πάλι, σε μια κωμόπολη της Καλιφόρνια, το Mission Viejo. Προσπάθησε να μπει στο σπίτι των Romero, αλλά έγινε γρήγορα αντιληπτός από τους ενοίκους του και ετράπη σε φυγή. Ύστερα από λίγες ώρες, προσπάθησε ξανά και κατάφερε να μπει στο σπίτι του Bill Carns (30 χρονών) και της Inez Erickson (29). Πυροβόλησε τον άντρα τρεις φορές και, αφού βρήκε τα κοσμήματα της γυναίκας, την βίασε αλλά θα την άφησε ζωντανή και έφυγε. Ο Bill Carns επέζησε ύστερα από χειρουργική αφαίρεση των δυο σφαιρών από το κεφάλι του.
[7]
Η εκτενής περιγραφή που έδωσε στην Αστυνομία η Inez Erickson, καθώς και το αποτύπωμα που κατάφεραν να πάρουν από το σπίτι των Ρομέρο, αλλά και από το κλεμμένο αυτοκίνητο που χρησιμοποιούσε ο Ραμίρεζ για κάποιο διάστημα, ήταν ικανά ώστε να ταυτοποιήσουν τον δράστη. Η Αστυνομία έδωσε στα Μ.Μ.Ε. την φωτογραφία της Σήμανσης από την σύλληψή του στις 12 Δεκεμβρίου 1984 για κλοπή αυτοκινήτου και μέσα σε δυο μέρες κατάφεραν να τον συλλάβουν.
Το πρωί της 31ης Αυγούστου 1985 και αφού ο Ραμίρεζ είχε επιστρέψει από μια επίσκεψη στον αδερφό του στο Τούσον της Αριζόνα, πολίτες τον είδαν και τον αναγνώρισαν σε ένα μίνι μάρκετ της μεξικάνικης συνοικίας του Λος Άντζελες. Ο Ραμίρεζ τράπηκε σε φυγή. Μάλιστα, προσπάθησε δυο φορές να κλέψει κάποιο αυτοκίνητα ώστε να διαφύγει γρηγορότερα, αλλά ο αριθμός των πολιτών που τον κυνηγούσαν μεγάλωνε διαρκώς και έτσι στο τέλος τον έπιασαν. Σε λίγο εμφανίστηκε και η Αστυνομία για να τον συλλάβει, σώζοντάς του ταυτόγχρονα τη ζωή από τους πολίτες που τον έδερναν αλύπητα.
Η δίκη του Ραμίρεζ άρχισε σχεδόν τρία χρόνια μετά τη σύλληψη του. Στις 22 Ιουλίου 1988, άρχισε η διαδικασία εκλογής ενόρκων ενώ στις 30 Ιανουαρίου του 1988 άρχισε η δίκη, με την εναρκτήρια αγόρευση του δημόσιου κατηγόρου που ενοχοποιούσε τον Ραμίρεζ για 13 δολοφονίες και 30 ακόμα κακουργηματικές πράξεις. Επίσης, παρουσίασε 400 αποδεικτικά στοιχεία που τα έθεσε υπόψιν του δικαστηρίου. Στις 14 Απριλίου 1988 και αφού εξετάστηκαν 137 μάρτυρες και 521 αποδεικτικά στοιχεία, ο δημόσιος κατήγορος ολοκλήρωσε το έργο του. Τις αμέσως επόμενες ημέρες, έλαβε το λόγο η υπεράσπιση, προσπαθώντας να μειώσει το εύρος των κατηγοριών και να απαλλάξει τον Ραμίρεζ από όσες ήταν δυνατόν. Από τις 22 έως τις 25 Ιουλίου, οι δικηγόροι και των δυο πλευρών έκαναν τις αγορεύσεις τους, ενώ οι ένορκοι συγκεντρώθηκαν την αμέσως επόμενη μέρα. Είχαν να μελετήσουν 8.000 σελίδες δικογραφίας και 655 πειστήρια εγκλήματος. Στις 20 Σεπτεμβρίου του 1988 οι ένορκοι ανακοίνωσαν ότι είχαν φτάσει σε ομόφωνη απόφαση: έκριναν ένοχο τον Ραμίρεζ και για τις 43 κατηγορίες που του αποδόθηκαν. Έτσι, στις 3 Οκτωβρίου το δικαστήριο ανακοίνωσε ότι τον καταδίκαζε σε θανατική ποινή. Στις 9 Νοεμβρίου καθαρογράφηκε η καταδίκη του σε θάνατο 19 φορές. Μεταφέρθηκε και παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του στην πτέρυγα μελλοθανάτων των φυλακών Σαν Κουέντιν της Καλιφόρνια.[8]
Με την ανακοίνωση της ποινής του, ο Ραμίρεζ είπε στους δημοσιογράφους: «Σιγά τα λάχανα! Ο θάνατος είναι στους κινδύνους του επαγγέλματος. Θα σας δω στην Disneyland.»[9]