Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Η Σοφία (γερμ. Sophie von Wittelsbach-Bayern, 27 Ιανουαρίου 1805 – 28 Μαΐου 1872) από τον Οίκο του Βίττελσμπαχ ήταν πριγκίπισσα της Βαυαρίας και με τον γάμο της έγινε αρχιδούκισσα της Αυστρίας.
Η Σοφία Φρειδερίκη Δωροθέα Βιλελμίνη γεννήθηκε στο Παλάτι Νύμφενμπουργκ στο Μόναχο της Βαυαρίας στις 27 Ιανουαρίου 1805. Ήταν το πέμπτο (τέταρτο επιβιώσαν) παιδί και η τέταρτη κόρη του Μαξιμιλιανού Α΄ Ιωσήφ της Βαυαρίας και της Καρολίνας, κόρης του Καρόλου Λουδοβίκου της Βάδης. Ήταν η πανομοιότυπη δίδυμη αδελφή της Μαρίας Άννας (μετέπειτα Βασίλισσας της Σαξονίας). Αδέλφια της ήταν επίσης ο Μαξιμιλιανός Ιωσήφ Κάρολος (ο οποίος πέθανε πριν τη γέννησή της σε ηλικία δυόμιση ετών), οι δίδυμες Ελισάβετ Λουδοβίκα (μετέπειτα Βασίλισσα της Πρωσίας) και Αμαλία Αυγούστα (μετέπειτα Βασίλισσα της Σαξονίας), η Λουδοβίκα (μετέπειτα Δούκισσα εν Βαυαρία) και η Μαξιμιλιανή (η οποία πέθανε σε ηλικία δέκα ετών). Είχε ακόμη τέσσερα αδέλφια από τον πρώτο γάμο του πατέρα της με την Αυγούστα Βιλελμίνη της Έσσης-Ντάρμστατ, συμπεριλαμβανομένου του Λουδοβίκου Α΄ της Βαυαρίας.
Λέγεται ότι ήταν το αγαπημένο παιδί του πατέρα της, αλλά ήταν περισσότερο δεμένη με τη μητέρα της, που αγαπούσε πολύ. Λάτρευε τη δίδυμη αδελφή της, Μαρία Άννα, και ήταν δεμένη με όλες τις αδελφές της.[7]Οι γονείς της παρείχαν ευρεία μόρφωση στα παιδιά τους με στόχο να τα μεγαλώσουν ως ανεξάρτητους χαρακτήρες με γνώσεις για το σύγχρονο κόσμο έχοντας, παράλληλα, κανόνες, αίσθηση του καθήκοντος και προσήλωση στο πρωτόκολλο.
Ο Φραγκίσκος της Αυστρίας, ο οποίος είχε κάνει τέταρτο γάμο το 1816 με την ετεροθαλή αδελφή της από την πλευρά του πατέρα της, Καρολίνα Αυγούστα, ήθελε να παντρέψει το δεύτερο γιο του, αρχιδούκα Φραγκίσκο Κάρολο, με τη Σοφία. Αυτή η λαμπρή προοπτική χαροποίησε τον πατέρα της που δεν έψαξε άλλο μνηστήρα. Παρότι η πρώτη του συνάντηση δεν ευχαρίστησε τη Σοφία, υπέκυψε στο πολιτικό συμφέρον, καθώς ο Φραγκίσκος Κάρολος ήταν δεύτερος στη διαδοχή ενώ ο μεγαλύτερος αδελφός του, Φερδινάνδος, φαινόταν απίθανο να γίνει αυτοκράτορας λόγω της επιληψίας του. Η δεκαννιάχρονη Σοφία και ο εικοσιενάχρονος Φραγκίσκος Κάρολος παντρεύτηκαν στις 4 Νοεμβρίου 1824. Έλαβε τον τίτλο της αρχιδούκισσας της Αυστρίας και της πριγκίπισσας της Ουγγαρίας, Βοημίας, Κροατίας και Σλαβονίας, καθώς και το μετάλλιο του Τάγματος του Αστερόεντος Σταυρού.
Μετά από αρκετές αποβολές και θεραπείες στα λουτρά του Μπαντ Ισλ, η Σοφία γέννησε έναν γιο, το Φραγκίσκο Ιωσήφ, το 1830. Συνολικά, απέκτησε έξι παιδιά εκ των οποίων επιβίωσαν τα τέσσερα. Ο αυτοκράτορας Φραγκίσκος έτρεφε αδυναμία προς τη Σοφία. Παρ΄ ότι η Σοφία είχε λίγα κοινά με το σύζυγό της, νοιαζόταν για τον Φραγκίσκο Κάρολο και ήταν αφοσιωμένη σ' αυτόν, που από την πλευρά του την αγαπούσε, τη σεβόταν και την υπάκουε.[8]
Σε αντίθεση με το σύζυγό της η Σοφία ήταν δεμένη με όλα της τα παιδιά, ειδικά με τον Φραγκίσκο Ιωσήφ, αλλά και τον Μαξιμιλιανό, που ήταν ο αγαπημένος της γιος. Ο θάνατος της μοναχοκόρης της, Μαρίας Άννας, σε ηλικία 4 ετών την καταρράκωσε. Είχε τη φήμη δυναμικής, ισχυρογνώμονος και αυταρχικής εκ φύσεως, όμως ήταν επίσης γνωστή ως άνθρωπος κοινωνικός και αφοσιωμένη στην οικογένειά της και την αυτοκρατορία των Αψβούργων, στην οποία εισήλθε με το γάμο της.[8] Απολάμβανε την αυλική ζωή, το χορό, την τέχνη και τη λογοτεχνία, καθώς και την ιππασία, ενώ διατηρούσε σαλόν στα διαμερίσματά της με καλεσμένους όπως ο Φραντς Λιστ και ο Γιόχαν Στράους.[7]
Η φιλοδοξία της να τοποθετήσει το γιο της στον αυστριακό θρόνο ήταν συνεχές μοτίβο στην αυστριακή πολιτική. Εκείνη την εποχή την αποκαλούσαν "μοναδικό άντρα στην αυλή". Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1848 και του ακόλουθου Πρώτου Ιταλικού Πολέμου Ανεξαρτησίας, φέρεται να έπαιξε σημαντικό ρόλο μαζί με τη χήρα αυτοκράτειρα Καρολίνα Αυγούστα και την αυτοκράτειρα Μαρία Άννα στην απομάκρυνση του καγκελαρίου Μέττερνιχ, ο οποίος ήταν για πολλά χρόνια εχθρικός απέναντί της, και έπεισε τον -μάλλον πτωχό τω πνεύματι- σύζυγό της να αποποιηθεί των δικαιωμάτων του στο θρόνο υπέρ του δεκαοκτάχρονου γιου τους, Φραγκίσκου Ιωσήφ. Μετά την άνοδο του Φραγκίσκου Ιωσήφ στο θρόνο, η Σοφία έγινε η ισχύς πίσω από το θρόνο. Ήταν η πιο έμπιστη σύμβουλός του και υπέρμαχος της νεο-δεσποτείας, της επιστροφής της απολυταρχίας ως πολιτικού καθεστώτος με την αρωγή του στρατού και του κλήρου, και της αναχαίτισης των φιλοδοξιών των Ούγγρων ευγενών. Όμως, οι συνεχείς εξεγέρσεις των πολλών εθνών της αυτοκρατορίας την ανάγκασαν να αντιμετωπίσει τις αποτυχίες του απολυταρχικού καθεστώτος.
Από ιστορικής άποψης, η Σοφία έχει χαραχθεί στη συλλογική μνήμη για την εξαιρετικά εχθρική σχέση της με τη σύζυγο του Φραγκίσκου Ιωσήφ, Ελισάβετ της Βαυαρίας, που ήταν επίσης και ανεψιά της (κόρη της αδελφής της, Λουδοβίκας). Η Ελισάβετ μισούσε τη Σοφία για την αυστηρότητά και την απαιτητικότητά της απέναντί της, όμως δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η Αρχιδούκισσα έτρεφε τα ίδια αισθήματα προς την ανεψιά της, αφού συνήθως την περιέγραφε αρκετά ευχάριστα στο ημερολόγιο και τις επιστολές της.[7] Παρ' όλα αυτά, είχε καλή σχέση με τις άλλες νύφες της και ήταν τρυφερή πεθερά απέναντι στην Καρλόττα του Βελγίου και τη Μαρία Αννουνσιάτα των Βουρβόνων-Δύο Σικελιών. Κρατούσε λεπτομερές ημερολόγιο για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της, το οποίο αποκαλύπτει πολλά για τη ζωή στην αυστριακή Αυλή.[7]
Είχε ακόμη καλές σχέσεις με τον εξάδελφό της, Γουσταύο της Σουηδίας, Πρίγκιπα των Βάσα, την αδελφή του, Αμαλία, και την έκπτωτη βασιλική οικογένεια της Γαλλίας, αλλά παρά τις σχέσεις της με τους Βουρβόνους είχε αδυναμία στο γαμπρό της, Εζέν ντε Μπωαρναί, και σεβασμό για το Ναπολέοντα Βοναπάρτη, ο οποίος πρακτικά έδωσε στον πατέρα της τον τίτλο του βασιλιά της Βαυαρίας.
Σημαδεύτηκε από την εκτέλεση του γιου της, Μαξιμιλιανού, στο Μεξικό το 1867. Δεν επανήλθε ποτέ από εκείνο το σοκ και αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή. Το Μάιο του 1872 αρρώστησε με πνευμονία μετά από επίσκεψη στου Μπούργκτεατερ. Αμέσως, η οικογένειά της βρέθηκε στο πλευρό της, όπως και η νύφη της, Ελισάβετ, που ταξίδεψε στη Βιέννη από το Μεράνο και έμεινε μαζί της μέχρι το τέλος της. Απεβίωσε 19 μέρες αργότερα σε ηλικία 67 ετών και ενταφιάστηκε στην Αυτοκρατορική Κρύπτη.
Ήταν ακόμη γνωστή για τη στενή σχέση της με το Ναπολέοντα Β΄ της Γαλλίας, γιο του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, που ήταν μέλος της αυστριακής Αυλής ως Φραγκίσκος, Δούκας του Ράιχστατ. Υπήρχαν φήμες περί ερωτικής σχέσης μεταξύ τους,[7] ακόμη και υποψίες ότι ο δεύτερος γιος της, Μαξιμιλιανός, που γεννήθηκε δύο εβδομάδες πριν το θάνατο του Ράιχστατ το 1832, ήταν στην πραγματικότητα γιος του. Αυτοί οι ισχυρισμοί δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ, αλλά είναι σίγουρο ότι ήταν πολύ καλοί φίλοι και ότι ο θάνατός του σε ηλικία 21 ετών την επηρέασε βαθιά, ενώ ήταν στο πλευρό του πριν το τέλος του. Λέγεται ότι μετατράπηκε στη σκληρή, φιλόδοξη γυναίκα που περιγράφεται σε έργα μυθοπλασίας αφότου εκείνος πέθανε. Όταν πέθανε, ενταφιάστηκε δίπλα στη σαρκοφάγο του Ράιχστατ στην Κρύπτη των Καπουτσίνων.
Αρκετές τοποθεσίες έχουν λάβει το όνομά τους προς τιμήν της: