Σπύρος Λούης | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 12 Ιανουαρίου 1873[1][2] Μαρούσι |
Θάνατος | 26 Μαρτίου 1940[1][2] Μαρούσι |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Ελλάδας Β΄ Ελληνική Δημοκρατία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | νέα ελληνική γλώσσα |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μαραθωνοδρόμος δρομέας μεγάλων αποστάσεων αθλητής του στίβου γεωργός δρομέας[3] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Λούης με παραδοσιακή ενδυμασία απαθανατισμένος από τον Γερμανό Άλμπερτ Μάγιερ, τον φωτογράφο των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896. | ||
Πίνακας μεταλλίων | ||
---|---|---|
Στίβος Ανδρών | ||
Χώρα συμμετοχής: Ελλάδα | ||
Ολυμπιακοί Αγώνες | ||
Χρυσό | 1896 Αθήνα | Μαραθώνιος |
Ο Σπύρος Λούης (Μαρούσι Αττικής, 12 Ιανουαρίου 1873 – Μαρούσι Αττικής, 26 Μαρτίου 1940) ήταν Έλληνας μαραθωνοδρόμος και νικητής στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896.
Γεννήθηκε στο Μαρούσι από φτωχή αγροτική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν νερουλάς τότε που ακόμη δεν υπήρχε κεντρική ύδρευση και ο Σπύρος τον βοηθούσε κουβαλώντας το νερό.[4]
Όταν το 1894 αποφασίστηκε η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, άρχισαν οι προετοιμασίες ώστε οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες (1896) να διοργανωθούν στην Αθήνα. Ένα από τα αγωνίσματα ήταν ο μαραθώνιος, άθλημα που δεν είχε διοργανωθεί ποτέ μέχρι τότε. Η πρόταση είχε γίνει από τον Γάλλο Μισέλ Μπρεάλ, ο οποίος είχε εμπνευστεί από τον άθλο του αγγελιοφόρου Φειδιππίδη, που είχε διανύσει την απόσταση ξεκινώντας από την πόλη του Μαραθώνα μέχρι στην Αθήνα για να αναγγείλει την νίκη των Αθηναίων στη μάχη του Μαραθώνα.
Οι Έλληνες ήταν κατενθουσιασμένοι για το νέο άθλημα και αποφάσισαν να οργανώσουν προκαταρκτικούς αγώνες για τους Έλληνες αθλητές που ήθελαν να δηλώσουν συμμετοχή. Διοργανωτής των προκαταρκτικών ήταν ο συνταγματάρχης του στρατού, Παπαδιαμαντόπουλος, ο οποίος ήταν διοικητής του Λούη κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας (1893-1895). Ο πρώτος προκαταρκτικός, που ήταν συγχρόνως και ο πρώτος Μαραθώνιος αγώνας, διοργανώθηκε στις 10 Μαρτίου. Νικητής ήταν ο Χαρίλαος Βασιλάκος με 3 ώρες, 18 λεπτά. Ο Λούης συμμετείχε στους δεύτερους προκαταρκτικούς, στις 25 Μαρτίου. Ο Παπαδιαμαντόπουλος που θυμόταν τον Λούη για την αντοχή του στο τρέξιμο, τον είχε πείσει να δηλώσει συμμετοχή, όμως ο Λούης διέσχισε την τελική γραμμή στην πέμπτη θέση, εκτός του χρονικού ορίου που είχε τεθεί για την πρόκριση. Τελικά έγινε οριακά δεκτός με παρέμβαση του διοργανωτή Παπαδιαμαντόπουλου, μαζί με τον 6ο συνυποψήφιό του Μασούρη, λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών.[5] Νικητής στους δεύτερους προκαταρκτικούς αναδείχθηκε ο Ι. Λαυρέντης.
Ο Μαραθώνιος ήταν να πραγματοποιηθεί στις 29 Μαρτίου (σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο που ήταν τότε σε χρήση στην Ελλάδα), και αναμένονταν με μεγάλο ενθουσιασμό από όλους. Ο λαός και οι κυβερνώντες επιζητούσαν τη μεγάλη εθνική επιτυχία, η οποία δεν είχε έρθει μέχρι στιγμής στους εν λόγω ολυμπιακούς αγώνες.
Ο Παπαδιαμαντόπουλος έδωσε το σήμα εκκίνησης στον Μαραθώνα. Δεκατρείς δρομείς από την Ελλάδα και τέσσερις αθλητές από άλλα έθνη έλαβαν μέρος. Ο Γάλλος Αλμπέν Λερμιζιό (Albin Lermusiaux) που είχε πάρει και χάλκινο στα 1500 μέτρα μπήκε νωρίς μπροστά και προηγείτο. Στο Πικέρμι ο Λούης σταμάτησε σε ένα καφενείο και ζήτησε να πιει ένα ποτήρι κρασί, λέγοντας ότι θα τους φτάσει και θα τους προσπεράσει όλους πριν από το τέλος.
Μετά το 32ο χιλιόμετρο, ο Λερμιζιό κατέρρευσε από την εξάντληση. Το προβάδισμα ανέλαβε τώρα ο Αυστραλός Έντγουϊν Φλακ που πρωτύτερα είχε πάρει μετάλλιο στα 800 και 1500 μέτρα. Ο Λούης άρχισε να ελαττώνει την απόσταση, μέχρι που και ο Αυστραλός, που δεν ήταν συνηθισμένος στις μεγάλες αποστάσεις, κατέρρευσε μερικά χιλιόμετρα αργότερα.
Εν τω μεταξύ, στο στάδιο, η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη, ειδικά όταν ένας αγγελιοφόρος με το ποδήλατο είχε βιαστεί να φέρει την είδηση ότι ο Αυστραλός προηγείτο. Σε λίγο κατέφτασε ένας έφιππος αξιωματικός και ανήγγειλε ότι ένας Έλληνας ήταν πρώτος στον αγώνα δρόμου.[6] Οι χιλιάδες θεατές άρχισαν να πανηγυρίζουν και να τον παροτρύνουν φωνάζοντας «Έλλην, Έλλην!»
Ο Λούης μπήκε πρώτος στο στάδιο, όπου τον υποδέχτηκε ο κόσμος μαζί με τον διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο και τον πρίγκιπα Γεώργιο και τον κέρναγαν κρασί, γάλα, μπύρα, αυγά πασχαλινά, πορτοκαλάδα και άλλα δώρα. Πολλοί του έταζαν από κοσμήματα ως τζάμπα ξύρισμα στο κουρείο για πάντα. Ο μύθος λέει ότι ο βασιλιάς Γεώργιος ρώτησε τον Λούη τι δώρο θα ήθελε να του προσφέρει, και εκείνος του απάντησε: «Ένα γαϊδουράκι να με βοηθάει να κουβαλάω το νερό.» Σύμφωνα με άλλη εκδοχή ο ίδιος δήλωσε ότι αρνήθηκε ως δώρο κάποιο άλογο ή κάρο.[7]
Ο Λούης έτρεξε τον μαραθώνιο σε χρόνο 2 ώρες, 58 λεπτά και 50 δεύτερα, σε ηλικία 24 ετών. Μετά τους Ολυμπιακούς γύρισε στο χωριό του και δεν πήρε μέρος σε κανέναν άλλο αγώνα δρόμου. Έζησε μια ζωή ήρεμη, εργαζόμενος ως αγρότης, και αργότερα ως τοπικός αστυνομικός.
Κυρίως ευρωπαϊκές εφημερίδες της εποχής δημοσίευσαν άρθρα σκεπτικιστικά ως προς τις επιδόσεις του Σπύρου Λούη,[8] ενώ η επιτροπή του αγώνα έκανε δεκτή ένσταση του Ούγγρου αθλητή Κέλνερ σύμφωνα με την οποία ο τρίτος κατά σειρά Μπελόκας ανέβηκε σε κάρο κατά τη διαδρομή.[9] Ο Χαρίλαος Βασιλάκος, ο επίσημα δεύτερος νικητής, φέρεται να εξεπλάγη με τη νίκη του Σπύρου Λούη, καθώς δεν τον είδε να τον προσπερνάει (σύμφωνα με βιβλίο του Ντόναλντ Μακ-Φαίηλ)[10] ωστόσο ουδέποτε εξέφρασε τις αντιρρήσεις του δημόσια.[11][12] Αμφιβολίες εκφράζονται επίσης στο ντοκυμανταίρ Εφτά Λεπτά Ψυχής που παρουσιάστηκε στο 26ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας.[13]
Την δεκαετία του 20 εργάστηκε ως φύλακας στον σιδηροδρομικό σταθμό Μαρκόπουλου του Λαυρεωτικού. Το 1926, ο Λούης κατηγορήθηκε για πλαστογράφηση στρατιωτικών εγγράφων και μπήκε στη φυλακή. Μετά από ένα χρόνο και παραπάνω στη φυλακή, αθωώθηκε και βγήκε, ενώ η υπόθεσή του προκάλεσε σάλο στον Τύπο.
Την τελευταία δημόσια εμφάνισή του έκανε το 1936, όταν προσκλήθηκε ως τιμητικός φιλοξενούμενος από τους διοργανωτές των θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1936, που διοργανώθηκαν στο Βερολίνο. Στο ντοκιμαντέρ Ολυμπία - Η γιορτή των εθνών εμφανίζεται ο Λούης με άσπρη φουστανέλα και σκούρο γιλέκο κρατώντας ένα φουντωτό κλαδί ελιάς στο δεξί του χέρι. Η φορεσιά αυτή, έχει δωρηθεί και φυλάσσεται σήμερα στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Αθήνας.
Ο Λούης πέθανε λίγους μήνες πριν από την Ιταλική εισβολή στην Ελλάδα. Αθλητικές λέσχες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό φέρουν το όνομά του. Σημαντική αναφορά είναι το Ολυμπιακό Στάδιο Αθηνών, τόπος διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων (2004), που επονομάστηκε Σπύρος Λούης. Στο Μόναχο, το όνομά του φέρει η λεωφόρος Spiridon-Louis-Ring στο αντίστοιχο Ολυμπιακό πάρκο.
Ο Μαραθώνιος του Λούη παρουσιάζεται και στην κινηματογραφική ταινία Συνέβη στην Αθήνα (It Happened in Athens), με την Τζέιν Μάνσφιλντ.
Η έκφραση στα ελληνικά: «Έγινε Λούης» λέγεται για κάποιον που εξαφανίζεται τρέχοντας γρήγορα.