Νικόλαος Κάλας | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Νικόλαος Κάλας (Ελληνικά)[1] |
Όνομα γεννήσεως | Νικόλαος Καλαμάρης |
Γέννηση | 27 Μαΐου 1907[2][3] Λωζάνη |
Θάνατος | 31 Δεκεμβρίου 1988[4] Νέα Υόρκη |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα[5] Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής[6] |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γαλλικά[2] Αγγλικά[2] Ελληνικά[2] |
Σπουδές | Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | συγγραφέας[3] ποιητής[3] serigrapher[7] κριτικός τέχνης[3] |
Περίοδος ακμής | 1932 |
Ο Νικόλαος Κάλας ή Νικήτας Ράντος (πραγματικό όνομα: Νικόλαος Καλαμάρης, 27 Μαΐου 1907 - 31 Δεκεμβρίου 1988) ήταν Έλληνας ποιητής. Χρησιμοποιούσε επίσης τα ψευδώνυμα Μ. Σπιέρος και N.Calas στα θεωρητικά και κριτικά του κείμενα. Είναι ένας από τους πρώτους ποιητές που χρησιμοποίησαν ελεύθερο στίχο στην δεκαετία του ’30.
Γεννήθηκε στη Λωζάνη της Ελβετίας το 1907 και ήταν γιος του Ιωάννη Καλαμάρη [8], εισοδηματία, και της Ρόζας Καρατζά. Από την πλευρά της μητέρας του καταγόταν από την παλιά φαναριώτικη οικογένεια Καρατζά ενώ ήταν απευθείας απόγονος του Γεώργιου Κουντουριώτη και του Μάρκου Μπότσαρη.[εκκρεμεί παραπομπή] Εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά του στην Αθήνα σε νεαρή ηλικία και σπούδασε στην Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Την περίοδο αυτή, δηλαδή μεταξύ 1924 με 1927 υπήρξε μέλος της Φοιτητικής Συντροφιάς. Το 1933 εξέδωσε ως Νικήτας Ράντος την πρώτη του συλλογή, Ποιήματα, και το 1934 αναχώρησε για το Παρίσι, όπου εντάχθηκε στην υπερρεαλιστική ομάδα. Στα προλεγόμενα ενός τρίτου μανιφέστου του υπερρεαλισμού, ο Αντρέ Μπρετόν τον κατέταξε στα «πιο φωτεινά και τα πιο τολμηρά» μυαλά της εποχής[9]. Μέχρι το 1937 ζούσε ταξιδεύοντας ανάμεσα στην Αθήνα και το Παρίσι, όπου τελικά εγκαταστάθηκε μέχρι το 1939, όταν έφυγε για την Λισαβόνα, όπου έμεινε για έναν χρόνο, και μετά μετέβη στην Νέα Υόρκη. Στην δεκαετία του ’60 και του ’70 ταξίδεψε στην Ελλάδα και παρέμεινε για μικρό χρονικό διάστημα, αλλά τελικά επέστρεψε στις Η.Π.Α., όπου έμεινε μέχρι τον θάνατό του το 1988.
Εκτός από το ποιητικό του έργο μετέφρασε Τ. Σ. Έλιοτ και Λουί Αραγκόν και συνεργάστηκε με ελληνικά και διεθνή περιοδικά όπου δημοσίευε θεωρητικά κείμενα και δοκίμια. Το 1977 τιμήθηκε με το Κρατικό βραβείο ποίησης για την συλλογή του Οδός Νικήτα Ράντου, που είχε δημοσιεύσει με το ψευδώνυμο Νικόλαος Κάλας. Υπήρξε πολιτικοποιημένος καλλιτέχνης, που ασπάστηκε τον τροτσκισμό, χωρίς δογματισμούς.[10][11]
Υπήρξε ο πρώτος της γενιάς του που αναγνώρισε[12] τη σημασία της ποίησης του Καβάφη ενώ έχει χαρακτηριστεί[12] ως μια μοναχική φωνή πρωτοπορίας Μαρξιστών συνοδοιπόρων και των φίλων του αστών λογοτεχνών καθώς και ως αμφισβητίας. Γενικότερα ο Κάλας διαφοροποιήθηκε[13] από την γενιά του ’30, άσχετα με το αν συγκαταλέγεται σε αυτή, αμφισβητώντας[13] την ελληνικότητα που εισήγαγε η γενιά αυτή.