Douglas TBD Devastator | |
---|---|
Το TBD Devastator | |
Τύπος | τορπιλοπλάνο βομβαρδιστικό |
Κατασκευαστής | Douglas Aircraft Company |
Χώρα προέλευσης | ΗΠΑ |
Παρθενική πτήση | 15 Απριλίου 1935 |
Πρώτη παρουσίαση | 3 Αυγούστου 1937 |
Κύριος χειριστής | Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ |
Παραγωγή | 1937-1939 |
Μονάδες που παρήχθησαν | 130 |
Το Douglas TBD Devastator ήταν μονοκινητήριο τορπιλοπλάνο βομβαρδιστικό που επιχειρούσε από τα αεροπλανοφόρα του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ. Η ανάπτυξη του ξεκίνησε το 1934 και τα πρώτα εντάχθηκαν σε υπηρεσία το 1937. Εκείνη την περίοδο ήταν τα πιο προηγμένα αεροσκάφη της κλάσης τους στο αμερικάνικο Ναυτικό και από τα πιο εξελιγμένα παγκοσμίως. Παρόλα αυτά η εξέλιξη στον χώρο της αεροναυτικής ήταν ραγδαία εκείνη την εποχή και όταν οι Ιάπωνες επιτέθηκαν στο Περλ Χάρμπορ τον Δεκέμβριο του 1941, σηματοδοτώντας την είσοδο των ΗΠΑ στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα TBD ήταν ήδη ξεπερασμένα τεχνολογικά.
Στις αρχικές επιχειρήσεις απέδωσαν σχετικά καλά, όμως απέκτησαν ιδιαίτερα κακή φήμη εξ αιτίας των καταστροφικά κακών τους επιδόσεων στην αεροναυμαχία του Μίντγουεϊ. Από τα 41 Devastator που απονηώθηκαν για να πλήξουν τα ιαπωνικά πλοία, ούτε ένα δεν πέτυχε να χτυπήσει κάποιο με την τορπίλη του ενώ όλα εκτός από έξι καταρρίφθηκαν από τα εχθρικά μαχητικά. Παρόλο που τα δυσμενέστατα αποτελέσματα αποδόθηκαν εν μέρει στις αστοχίες της τορπίλης Mk 13 που χρησιμοποιούσαν, αποφασίστηκε η άμεση απόσυρση των Devastator από τις μονάδες πρώτης γραμμής και η αντικατάστασή τους από Grumman TBF Avenger.
Το Ναυτικό ζήτησε την σχεδίαση του Devastator στις 30 Ιουνίου 1934 για να συμμετάσχει σε διαγωνισμό για την απόκτηση ενός νέου βομβαρδιστικού που θα επιχειρούσε από τα αεροπλανοφόρα του.[1] Το Devastator μαζί με τα Northrop BT-1 (αργότερα εξελίχθηκε στο SBD Dauntless), Brewster SBA και Vought SB2U Vindicator κέρδισαν στον διαγωνισμό.[1][2][N 1]
Το πρωτότυπο, το XTBD Devastator, πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση στις 15 Απριλίου 1935 και σημείωσε πολλές «πρωτιές» για το Ναυτικό:[3] ήταν το πρώτο μονοπλάνο που θα έμπαινε σε ευρεία χρήση στα αεροπλανοφόρα, καθώς και το πρώτο αεροπλάνο της ναυτικής αεροπορίας ολομεταλλικής κατασκευής.[4] Επίσης ήταν το πρώτο που είχε εντελώς κλειστό πιλοτήριο και το πρώτο με υδραυλικά αναδιπλούμενες πτέρυγες.[4] Είχε μερικώς ανασυρόμενο σύστημα προσγείωσης, με τους τροχούς να προεξέχουν κατά 250 mm όταν το αεροσκάφος ήταν εν πτήσει, προκειμένου να μπορεί να πραγματοποιήσει αναγκαστική προσγείωση με μεγαλύτερη ασφάλεια αν χρειαζόταν. Το πλήρωμα ήταν συνήθως τριμελές, με τον πιλότο μπροστά, τον βομβαρδιστή στην μέση και τον ασυρματιστή/πολυβολητή στο πίσω μέρος. Κατά την διάρκεια μιας επίθεσης, ο βομβαρδιστής έπεφτε μπρούμυτα σε θέση κάτω από τον πιλότο για να χρησιμοποιήσει το σκόπευτρο που ήταν τοποθετημένο στο κάτω μέρος της ατράκτου.[5]
Τα TBD μετέφεραν συνήθως μια τορπίλη Mk 13, βάρους 878 kg, ή μια βόμβα των 450 kg. Εναλλακτικά μετέφεραν τρεις βόμβες γενικής χρήσης των 230 kg ή δώδεκα βόμβες διασποράς των 45 kg. Τα TBD επιτίθονταν πολύ συχνά με βόμβες διασποράς στις ιαπωνικές θέσεις στα νησιά Γκίλμπερτ και Μάρσαλ το 1942.[5] Ο αμυντικός οπλισμός αποτελούνταν από ένα πολυβόλο των 7,62 mm στο πίσω μέρος και πολυβόλο των 7,62 mm ή των 12,7 mm στο ρύγχος.[5]
Το αεροσκάφος προωθούνταν από ένα αστεροειδή κινητήρα Pratt & Whitney R-1830-64 Twin Wasp ισχύος 850 hp, που ήταν βελτίωση του προηγούμενου κινητήρα XR-1830-60/R-1830-1 που είχε εγκατασταθεί στο πρωτότυπο.[6] Έγιναν και άλλες αλλαγές, όπως η τοποθέτηση επανασχεδιασμένου καλύμματος στον κινητήρα και νέας καμπυλωτής καλύπτρας στο κόκπιτ.[4]
Το πρωτότυπο πέρασε με ευκολία τις δοκιμές αποδοχής του από το Ναυτικό στο διάστημα 24 Απριλίου - 24 Νοεμβρίου 1935 στους αεροναύσταθμους της Anacostia και του Νόρφολκ. Μετά την επιτυχημένη ολοκλήρωση των δοκιμών ρίψης τορπίλης, το πρωτότυπο μεταφέρθηκε στο USS Lexington για την συνέχιση των δοκιμών επί αεροπλανοφόρου.[7] Οι δοκιμές ήταν εκτεταμένες και διήρκησαν μέχρι το 1937, με την κατασκευάστρια να διατηρεί δύο αεροσκάφη αποκλειστικά για την συνέχιση τους.[8]
Το Ναυτικό αγόρασε συνολικά 129 αεροσκάφη με τα οποία άρχισαν από το 1937 να εξοπλίζονται τα αεροπλανοφόρα USS Saratoga, USS Enterprise, USS Lexington, USS Wasp, USS Hornet, USS Yorktown και USS Ranger. Τα TBD χρησιμοποιήθηκαν εκτενώς προπολεμικά για την εκπαίδευση πληρωμάτων και άλλες αποστολές, με αποτέλεσμα όταν οι ΗΠΑ μπήκαν στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο να φτάνουν στο τέλος της ωφέλιμης επιχειρησιακής τους ζωής.[9] Ήδη από το 1940 το Ναυτικό αναγνώριζε ότι ήταν ξεπερασμένα τεχνολογικά από τα μαχητικά και τα αντίστοιχα βομβαρδιστικά άλλων χωρών και είχαν ξεκινήσει οι εργασίες για την ανάπτυξη του αεροσκάφους που θα τα αντικαθιστούσε, του Grumman TBF Avenger. Αυτό δεν ακόμα ήταν έτοιμο όταν ξέσπασε ο πόλεμος στον Ειρηνικό και τα Dauntles, που ο αριθμός τους είχε ελαττωθεί εξ αιτίας της φθοράς σε μόλις 100 αεροσκάφη, ακόμα εξόπλιζαν τις μοίρες των αεροπλανοφόρων.[10]
Τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 1942, λίγους μήνες μετά την είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο, τα TBD των αεροπλανοφόρων Enterprise και Yorktown απέδωσαν καλά πλήττοντας στόχους στις νήσους Μάρσαλ και Γκίλμπερτ καθώς και στην νήσους Μάρκους και Ουέηκ. Τα TBD των Yorktown and Lexington έπληξαν ιαπωνικά πλοία ανοιχτά της Νέας Γουινέας στις 10 Μαρτίου.[11] Στη ναυμαχία της Θάλασσας των Κοραλλίων τα Devastator βοήθησαν στην βύθιση του ιαπωνικού αεροπλανοφόρου Shōhō αλλά δεν κατάφεραν να πλήξουν το αεροπλανοφόρο Shōkaku.[12]
Στην προαναφερθείσα ναυμαχία εντοπίσθηκαν σοβαρά προβλήματα με τις τορπίλες Mark 13: πολλές έπληξαν τους στόχους τους χωρίς να εκραγούν, συχνά ενώ είχαν την τάση να λειτουργούν σε μεγαλύτερο βάθος από το προβλεπόμενο. Πέρασε περισσότερο από ένας χρόνος μέχρι να διορθωθούν τα προβλήματα αυτά, που αναμφίβολα παρέμεναν στην αεροναυμαχία του Μίντγουεϊ στις 4 Ιουνίου 1942. Στο Μίντγουεϊ 41 Devastator, δηλαδή η πλειοψηφία όσων παρέμενα ακόμα επιχειρησιακά, απονηώθηκαν από τα αεροπλανοφόρα Hornet, Enterprise και Yorktown για να πλήξουν τον ιαπωνικό στόλο.[13] Η επίθεση δεν ήταν καλά συντονισμένη διότι ο ναύαρχος Ρέυμοντ Σπρούανς (Raymond A. Spruance) είχε δώσει εντολή να χτυπήσουν τα εχθρικά αεροπλανοφόρα μόλις τα εντόπιζαν, αντί να περιμένουν να συγκεντρωθεί και να οργανωθεί συνδυασμένη δύναμη μαχητικών-βομβαρδιστικών, βομβαρδιστικών και τορπιλοπλάνων, με το σκεπτικό ότι η άμεση επίθεση θα εμπόδιζε τους Ιάπωνες από το να αντεπιτεθούν και να απειλήσουν τα αμερικανικά αεροπλανοφόρα. Τα TBD του Hornet και του Enterprise έχασαν την επαφή με την συνοδεία τους και επιτέθηκαν χωρίς κάλυψη μαχητικών.[14][15] Τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά: τα Devastator ήταν αργά και καθόλου ευέλικτα, είχαν ανεπαρκή αμυντικό οπλισμό και θωράκιση καθώς και χαμηλή ταχύτητα βύθισης. Αποδείχθηκαν εύκολος στόχος για τα εχθρικά αντιαεροπορικά και μαχητικά. Τα Devastator ήταν αναγκασμένα να πετούν με ταχύτητα μικρότερη των 185 km/h για να ρίψουν τις τορπίλες τους..[16] Μόνο τέσσερα αεροσκάφη κατάφεραν να επιστρέψουν στο Enterprise, άλλα δύο στο Yorktown και κανένα στο Hornet.[17] Ούτε ένα δεν κατάφερε να πλήξει με την τορπίλη του εχθρικό πλοίο.[17]
Η θυσία τους δεν ήταν εντελώς μάταιη όμως διότι αρκετά κατάφεραν να πλησιάσουν πολύ κοντά στα εχθρικά πλοία και τα ανάγκασαν να κάνουν συνεχώς ελιγμούς αποφυγής.[18] Με την πίεση που άσκησαν εμπόδισαν τους Ιάπωνες να συγκροτήσουν δύναμη για να αντεπιτεθούν και να χτυπήσουν τον αμερικάνικο στόλο, όπως είχε προβλέψει ο Σπρούανς. Την μοναδική ευκαιρία εκμεταλεύτικαν τα βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης Douglas SBD Dauntless υπό την ηγεσία των C. Wade McClusky και Max Leslie που κατάφεραν να χτυπήσουν τα τρία από τα τέσσερα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα που βρίσκονταν στην περιοχή.[19]
Αμέσως μετά τη ναυμαχία του Μίντγουεϊ το Ναυτικό απέσειρε τα εναπομείναντα 39 Devastator από τις μονάδες πρώτης γραμμής. Τα αεροσκάφη των VT-4 και VT-7 παρέμειναν σε υπηρεσία στον Ατλαντικό για μικρό χρονικό διάστημα και σε μονάδες εκπαίδευσης μέχρι το 1944.[20] Στα τέλη του 1944 δεν υπήρχε κανένα TBD στις τάξεις του Ναυτικού.[21] Κανένα δεν επιβίωσε του πολέμου,[22] το τελευταίο διαλύθηκε για σκραπ το Νοέμβριο του 1944.[23]
Σήμερα δεν υπάρχει κανένα αεροσκάφος οπουδήποτε στον κόσμο.[21] Παρακάτω παρατίθενται οι θέσεις τεσσάρων TBD που βρίσκονται στην θάλασσα και είναι σχεδόν πλήρη:[25]