Grave Digger | |
---|---|
Οι Grave Digger το 2007 | |
Πληροφορίες | |
Προέλευση | Γκλάντμπεκ, Γερμανία |
Μουσικά είδη | Heavy metal, power metal, thrash metal, speed metal |
Παρουσία | 1980 - 1987, 1991 - σήμερα |
Δισκογραφική εταιρεία | Napalm Records |
Μέλη | Κρις Μπόλτενταλ Άξελ Ριτ Γιενς Μπέκερ Στέφαν Άρνολντ Μάρκους Κνιπ |
Πρώην μέλη | Μάνι Σμιντ Τίλο Χέρμαν Ούβε Λούλις Πέτερ Μάσον Τόμι Γκέτλιχ Μάρτιν Γκερλίτζκι Βίλι Λάκμαν Ρενέ Τάιχγκρέμπερ Σ.Φ.Φρανκ Φρανκ Ούλριχ Γιοργκ Μίκαελ Λουτζ Σμέλτσερ Φίλιπ Ζάιμπελ Άλμπερτ Έκαρντ Πέτερ Μπράιτενμπαχ Χανς Πέτερ Κάτζενμπεργκ |
Ιστότοπος | |
http://www.grave-digger-clan.com/ | |
wikidata (π) |
Οι Grave Digger είναι γερμανικό heavy metal συγκρότημα, το οποίο δημιουργήθηκε το 1980 στο Γκλάντμπεκ και συνεχίζει να ηχογραφεί και να περιοδεύει από τότε, με μία τετραετή παύση στα τέλη της δεκαετίας του '80.
Οι Grave Digger δημιουργήθηκαν το Νοέμβριο του 1980 από τον τραγουδιστή και μπασίστα Κρις Μπόλτενταλ, ο οποίος άφησε το μπάσο στον Μάρτιν Γκερλίτζκι και στη συνέχεια στον Βίλι Λάκμαν, το 1983. Την κιθάρα του συγκροτήματος ανέλαβε ο Πέτερ Μάσον και τα τύμπανα ο Άλμπερτ Έκαρντ για τον πρώτο τους δίσκο με τίτλο "Heavy Metal Breakdown",[1] ο οποίος κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1984. Με την γκεστ συμμετοχή του Ντίτμαρ Ντίλχαρτ, το άλμπουμ πούλησε περισσότερα από 40.000 αντίτυπα στην Ευρώπη, αν και οι πρώτες επίσημες ηχογραφήσεις των Grave Digger ήταν για τη συλλογή "Rock From Hell".[2]
Για το δεύτερο τους άλμπουμ με τίτλο "Witch Hunter", το μπάσο ανέλαβε ο Ρενέ Τάιχγκρέμπερ,[3] ενώ μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ εντάχθηκε στο συγκρότημα ο μπασίστας Σ.Φ.Φρανκ. Ο τρίτος τους δίσκος, "War Games", κυκλοφόρησε στις 1 Φεβρουαρίου 1986,[4] αλλά λόγω χαμηλών πωλήσεων, μετά το τέλος της περιοδείας για την προώθηση του, όπου οι Grave Digger άνοιγαν τις εμφανίσεις των Celtic Frost και των Helloween, ο Μάσον αποχώρησε. Αντικαταστάτης του ήταν ο Ούβε Λούλις και το συγκρότημα μετονομάστηκε σε Digger, ηχογραφώντας τον δίσκο "Stronger Than Ever".[5] Μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ το συγκρότημα διαλύθηκε.
Το 1991, ο Μπόλτενταλ σχημάτισε και πάλι τους Grave Digger με τον Λούλις στην κιθάρα, τον Τόμι Γκέτλιχ στο μπάσο και τον Πέτερ Μπράιτενμπαχ στα τύμπανα. Το συγκρότημα κυκλοφόρησε τον δίσκο "The Reaper" το Νοέμβριο του 1993,[6] με τον Γιοργκ Μίκαελ να αναλαμβάνει τα τύμπανα λίγο πριν ξεκινήσουν οι ηχογραφήσεις του δίσκου. Ακολούθησε το ΕΡ "Symphony of Death" την επόμενη χρονιά,[7] πριν ο Μίκαελ ενταχθεί στους Running Wild και ο Φρανκ Ούλριχ γίνει ο νέος ντράμερ των Grave Digger. Ο Ούλριχ παρέμεινε στο συγκρότημα για το άλμπουμ "Heart of Darkness" του 1995, πριν δώσει τη θέση του στον Στέφαν Άρνολντ για να περιοδεύσει το συγκρότημα στη Γερμανία μαζί με τους Iced Earth, Running Wild, Gamma Ray, Glenmore και Rage.[8]
Στις 25 Αυγούστου 1996, κυκλοφόρησαν το "Tunes of War", το πρώτο από τα τρία συνεχόμενα concept άλμπουμ των οποίων το θέμα είχε να κάνει με μεσαιωνική πολεμική ιστορία.[9] Για την προώθηση του δίσκου, οι Grave Digger περιόδευσαν στη Γερμανία με τους Sinner να ανοίγουν τις εμφανίσεις τους και το άλμπουμ κατάφερε να μπει στις χαμηλές θέσεις του καταλόγου επιτυχιών της πατρίδας τους.
Το "Knights of the Cross" συνέχισε στο ίδιο μοτίβο και κατάφερε να μπει στο Top-40 της Γερμανίας,[10] ενώ ο Γιενς Μπέκερ είχε αντικαταστήσει τον Γκέτλιχ. Οι Grave Digger περιόδευσαν στην Ευρώπη με τους Iron Saviour και τους Αμερικάνους Imagika. Ακολούθησε ο δέκατος δίσκος τους με τίτλο "Excalibur",[11] ο οποίος έφθασε στο # 21 στην πατρίδα τους, όπου περιόδευσαν με τους White Skull τον Ιανουάριο του 2000, πριν ο Λούλις αποχωρήσει δίνοντας τη θέση του στον Μάνι Σμιντ.
Τον Οκτώβριο του 2001 κυκλοφόρησαν το "The Grave Digger" με τον Χανς Πέτερ Κάτζενμπεργκ να αναλαμβάνει τα πλήκτρα.[12] Για την προώθηση του άλμπουμ, οι Grave Digger περιόδευσαν στην Ευρώπη με τους Brainstorm να ανοίγουν τις εμφανίσεις τους τον Ιανουάριο του 2002, με τις συναυλίες τους στο Βέλγιο και την Ολλανδία τον Μάρτιο να αναβάλλονται λόγω ίωσης του Σμιντ.
Τον Ιούνιο του 2003, κυκλοφόρησε το άλμπουμ "Rheingold", βασισμένο στην όπερα "Το Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν" του Ρίχαρντ Βάγκνερ.[13] Στις αρχές της επόμενης χρονιάς περιόδευσαν στην Ευρώπη με τους Symphorce και τους Wizard και στα τέλη του 2004 επέστρεψαν στο στούντιο για την ηχογράφηση του άλμπουμ "The Last Supper".[14] Ο δίσκος κυκλοφόρησε στις 17 Ιανουαρίου 2005 και τις εμφανίσεις των Grave Digger, κατά την περιοδεία για την προώθηση του, άνοιγαν οι Astral Doors και Stormhammer.[15] Αν και αρκετά από τα τραγούδια του έχουν να κάνουν με τα πάθη του Χριστού, ο δίσκος δεν έχει κοινό στιχουργικό περιεχόμενο.
Τον Σεπτέμβριο του 2006, κυκλοφόρησαν το ΕΡ "Yesterday",[16] το οποίο περιείχε τη διασκευή τους στο "No Quarter" των Led Zeppelin και τέσσερις μήνες αργότερα ακολούθησε το άλμπουμ "Liberty or Death", το οποίο έφθασε στο # 30 των γερμανικών τσαρτ.[17] Ο τίτλος του δίσκου είναι εμπνευσμένος από τον "Καπετάν Μιχάλη" του Νίκου Καζαντζάκη, έργο που είχε ως υπότιτλο τη φράση "Ελευθερία ή Θάνατος".[18]
Ακολούθησε το "Ballads of a Hangman" στις αρχές του 2009 με τον Τίλο Χέρμαν ως δεύτερο κιθαρίστα, ο οποίος αποχώρησε μαζί με τον Σιντ λίγο αργότερα, με τον Άξελ Ριτ να γίνεται ο νέος κιθαρίστας του συγκροτήματος.[19] Η νέα σύνθεση κυκλοφόρησε το "The Clans Will Rise Again" τον Οκτώβριο του 2010, το οποίο έχει να κάνει με τον πολιτισμό της Σκωτίας και για την προώθηση του γυρίστηκε το βίντεο κλιπ του τραγουδιού "Highland Farewell".[20]
Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 2012, οι Grave Digger κυκλοφόρησαν το "Clash of the Gods" και περιόδευσαν στη Μεγάλη Βρετανία και την υπόλοιπη Ευρώπη πριν συνεχίσουν στη Βραζιλία για μερικές εμφανίσεις.[21] Ο 17ος δίσκος του συγκροτήματος εκδόθηκε στις 20 Μαρτίου 2014 με τίτλο "Return of the Reaper" και ανέβηκε στο # 16 των γερμανικών τσαρτ, την υψηλότερη θέση από οποιονδήποτε άλλο δίσκο τους μέχρι τότε.[22]
Τον Ιούνιο του 2016, ανακοινώθηκε ότι το συγκρότημα επέστρεψε στο στούντιο με σκοπό την ηχογράφηση του επόμενου τους άλμπουμ, το οποίο ήταν προγραμματισμένο να κυκλοφορήσει τον Ιανουάριο του 2017.[23] Τρεις μήνες αργότερα έγινε γνωστός ο τίτλος και οι τίτλοι τραγουδιών, όπως και το εξώφυλλο του δίσκου, "Healed by Metal".[24] Το άλμπουμ έφθασε ως την 15η θέση των γερμανικών τσαρτ και ήταν ο πρώτος τους με τον κιμπορντίστα Μάρκους Κνιπ στη σύνθεση τους.[25]
Έτος | Άλμπουμ | Γερμανία |
---|---|---|
1984 | Heavy Metal Breakdown | - |
1985 | Witch Hunter | - |
1986 | War Games | - |
1993 | The Reaper | - |
1995 | Heart of Darkness | 73 |
1996 | Tunes of War | 81 |
1998 | Knights of the Cross | 38 |
1999 | Excalibur | 21 |
2001 | The Grave Digger | 47 |
2003 | Rheingold | 44 |
2005 | The Last Supper | 39 |
2007 | Liberty or Death | 30 |
2009 | Ballads of a Hangman | 31 |
2010 | The Clans Will Rise Again | 28 |
2012 | Clash of the Gods | 29 |
2014 | Return of the Reaper | 16 |
2017 | Healed by Metal | 15 |
Ζωντανές ηχογραφήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Συλλογές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
|
|