![]() |
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Πιερ Ντριε Λα Ροσέλ | |
---|---|
![]() | |
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Pierre Drieu La Rochelle (Γαλλικά) |
Γέννηση | 3 Ιανουαρίου 1893[1][2][3] 10ο δημοτικό διαμέρισμα του Παρισιού |
Θάνατος | 15 Μαρτίου 1945[4][5][6] 17ο δημοτικό διαμέρισμα του Παρισιού |
Αιτία θανάτου | υπερβολική δόση ναρκωτικών |
Συνθήκες θανάτου | αυτοκτονία |
Τόπος ταφής | παλαιό κοινοτικό νεκροταφείο του Νεϊγί-συρ-Σεν |
Χώρα πολιτογράφησης | Γαλλία[7] |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Μητρική γλώσσα | Γαλλικά |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γαλλικά[8][9] |
Σπουδές | Ελεύθερη Σχολή Πολιτικών Επιστημών |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | συγγραφέας |
Εργοδότης | Je suis partout |
Αξιοσημείωτο έργο | La Nouvelle Revue française |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Γαλλικό Λαϊκό κόμμα |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Colette Jéramec (1917–1921) Olesia Sienkiewicz |
Γονείς | Emmanuel Drieu La Rochelle και Eugénie Drieu La Rochelle |
Αδέλφια | Jean Drieu La Rochelle[10] |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Πόλεμοι/μάχες | Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | d:Q56321422 (1934) |
![]() | |
Ο Πιέρ Ντριέ Λα Ροσέλ (Pierre Eugène Drieu La Rochelle, 3 Ιανουαρίου 1893 – 15 Μαρτίου 1945) ήταν Γάλλος συγγραφέας μυθιστορημάτων, διηγημάτων και πολιτικών δοκιμίων, που έζησε και πέθανε στο Παρίσι.
Γεννήθηκε σε μεσοαστική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν αποτυχημένος επιχειρηματίας και γυναικάς που παντρεύτηκε τη μητέρα του για την προίκα της. Αν και ήταν ένας πολύ ευφυής μαθητής, ο Πιερ απέτυχε στις διπλωματικές του εξετάσεις στο Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών του Παρισιού. Οι εμπειρίες του ως στρατιώτη κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου τον σημάδεψαν για όλη του τη ζωή.
Το 1917, παντρεύεται την Κολέτ Ζεραμέκ, την αδελφή ενός Εβραίου φίλου. Ο γάμος ήταν μια αποτυχία και χωρίζουν το 1921. Αρχικά έτρεφε φιλικά αισθήματα προς το ντανταϊστικό κίνημα και ήταν στενός φίλος του Λουί Αραγκόν, αλλά σταδιακά στράφηκε προς τον φασισμό και τον αντισημιτισμό.
Στα πολιτικά του γραπτά υποστήριζε πως η φιλελεύθερη δημοκρατία ήταν υπεύθυνη γι' αυτό που θεωρούσε σαν τη παρακμή της Γαλλίας (οικονομική κρίση, μειούμενος ρυθμός γεννήσεων κλπ). Στα έργα του Ο Νεαρός Ευρωπαίος (Le Jeune Européen, 1927) και Γενεύη ή Μόσχα (Genève ou Moscou, 1928), ο Ντριέ Λα Ροσέλ υποστηρίζει μια δυνατή ενωμένη Ευρώπη και αποκηρύσσει τον "παρηκμασμένο υλισμό" της δημοκρατίας.
Το 1931, στο Η Ευρώπη Ενάντια στις Πατρίδες (L'Europe contre les patries) έγραφε με αντι-χιτλερικό ύφος, αλλά από το 1934, και ιδιαίτερα μετά από μια επίσκεψη στη ναζιστική Γερμανία το 1935, ασπάστηκε το ναζισμό σαν αντίδοτο στη "μετριότητα" της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Αντιπροσωπευτικός των ιδεών του εκείνο τον καιρό ήταν ο τίτλος του βιβλίου που έγραψε το 1934· Φασιστικός Σοσιαλισμός (Socialisme fasciste). Για ένα μικρό διάστημα έγινε μέλος του Γαλλικού Λαϊκού Κόμματος (Parti Populaire Français), του οποίου ηγείτο ο Ζακ Ντοριό, ένας πρώην κομμουνιστήε που είχε μεταβληθεί σε φασίστα. Το 1937 έγραψε την πολιτική μπροσούρα Με τον Ντοριό όπου επιχειρηματολογούσε υπέρ ενός φασισμού με ιδιαίτερα γαλλικά χαρακτηριστικά. Όταν όμως οι Ναζί κατέλαβαν τη Γαλλία αρχικά τους προσέφερε την πλήρη υποστήριξή του.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής του Παρισιού απ' τους Γερμανούς, διαδέχτηκε τον Ζαν Πωλάν (τον οποίο έσωσε δις απ' τα χέρια της Γκεστάπο) ως διευθυντής της Νέας Γαλλικής Επιθεώρησης (Nouvelle Revue Française) και κατά συνέπεια μετετράπη σε μεγάλη μορφή της γαλλικής πολιτιστικής συνεργασίας με τους ναζί κατακτητές. Η φιλία του με τον πρέσβη του Αδόλφου Χίτλερ στο Παρίσι, Ότο Άμπετζ (Otto Abetz), προϋπήρχε του πολέμου. Στη συνέχεια όμως απογοητεύτηκε από τον χιτλερισμό και έστρεψε το ενδιαφέρον του προς τον μυστικισμό της Ανατολής.
Μετά την απελευθέρωση του Παρισιού έπρεπε να κρυφτεί. Παρόλη την προστασία του Αντρέ Μαλρό και μετά από μια αποτυχημένη πρώτη προσπάθεια τον Ιούλιο του 1944, τελικά αυτοκτονεί στις 15 Μαρτίου του 1945. Η αυτοκτονία υπήρξε ένας συνεχής πειρασμός γι' αυτόν σ' ολόκληρη τη ζωή του. Όπως και με τον Ρομπέρ Μπραζιγιάκ, ο θάνατός του τον μετέτρεψε σε μάρτυρα των νεο-φασιστών αλλά και άλλων που συμμερίζονταν την αποστροφή που αισθανόταν για την αστική κοινωνία.